γρηγορεῖτε

γρηγορεῖτε
γρηγορέω
to be
pres imperat act 2nd pl (attic epic)
γρηγορέω
to be
pres opt act 2nd pl
γρηγορέω
to be
pres ind act 2nd pl (attic epic)
γρηγορέω
to be
imperf ind act 2nd pl (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Geflügelte Worte (Antike) — Alpha und Omega, Anfang und Ende, kombiniert zu einem Buchstaben Diese Liste ist eine Sammlung alt und neugriechischer Phrasen, Sprichwörter und Redewendungen. Sie beschreibt ihren Gebrauch und gibt, wo möglich, die Quellen an. Graeca non… …   Deutsch Wikipedia

  • γρηγορώ — (AM γρηγορῶ, έω) 1. μένω άγρυπνος 2. φρουρώ, προσέχω άγρυπνα («φύλακες, γρηγορείτε») μσν. νεοελλ. βιάζομαι, σπεύδω νεοελλ. φρ. «γρηγορώ τη στράτα» συντομεύω, επιταχύνω τον δρόμο μσν. 1. ξυπνάω 2. επανακτώ τις αισθήσεις, συνέρχομαι 3. επαναφέρω… …   Dictionary of Greek

  • φύλακας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θρυλορίου. * * * ο / φύλαξ ακος, ΝΜΑ αυτός που φυλάγει, που φρουρεί κάτι, που έχει τοποθετηθεί για να προστατεύει κάτι (α. «οι δύο… …   Dictionary of Greek

  • γρηγορώ — γρηγόρησα, είμαι σε εγρήγορση, επαγρυπνώ: Φρουροί γρηγορείτε! …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”